- πεσόντες
- οι, ΝΜΑβλ. πίπτω.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πεσόντες — πίπτω Exc. ex libris Herodiani aor part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πίπτω — ΝΜΑ και αιολ. τ. πίσσω Α ρίχνω τον εαυτό μου κάτω, πέφτω (α. «αὐτὸν πρηνέα δὸς πεσέειν», Ομ. Ιλ. β. «βάρβαροι γυναῑκες, οὕτως ἐκπεπληγμέναι φόβῳ πρὸς πέδῳ πεπτώκατ », Ευρ). νεοελλ. (η μτχ. αρσ. πληθ. αόρ. ως ουσ.) οι πεσόντες οι νεκροί σε πεδία… … Dictionary of Greek
Σιμωνίδης — Όνομα αρχαίων Ελλήνων ποιητών. 1. Ο Αμοργίνος. Έλληνας ιαμβικός ποιητής που γεννήθηκε στη Σάμο, κι από εκεί ηγήθηκε μιας ομάδας άποικων που εγκαταστάθηκαν στην Αμοργό. Έζησε στα μέσα του 7oυ αι. π.Χ., και υπήρξε σύγχρονος του Αρχίλοχου, από τον… … Dictionary of Greek
пастисѧ — ПА|СТИСѦ1 (144), ДОУСѦ, ДЕТЬСѦ гл. 1.Упасть: палъ ли сѧ ѥси. то въ||стани. блѹдъ ли ѥси сътворилъ. то покаисѧ. (ἔπεσας) СбТр XII/XIII, 188–188 об.; изнемогохъсѧ ѿ жаже и трѹда и ѹже на конци падъсѧ. лежахъ на земьли. ПрЛ 1282, 65г; на ѥстьство… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Matthew 2:11 — Adoration of the Magi by Bartolomé Estéban Murillo Matthew 2:11 is the eleventh verse of the second chapter of the Gospel of Matthew in the New Testament. The magi, dispatched by King Herod, have found the infant Jesus and in this verse present… … Wikipedia
προσεξερείδομαι — Α στηρίζομαι πάνω σε κάποιον ή σε κάτι («ὁπότε πεσόντες βουληθεῑεν ἢ τοῑς γόνασιν ἢ ταῑς χερσὶ προσεξερείσασθαι πρὸς τὴν ἐξανάστασιν», Πολ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἐξερείδω «στηρίζω, υποστηρίζω»] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Καλλίξενος — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Αθηναίος δημαγωγός (5ος αι. π.Χ.). Κατηγόρησε τους νικητές ναυάρχους της ναυμαχίας των Αργινουσών για παράλειψη καθήκοντος απέναντι στους πεσόντες και έγινε μαζί με τον Θηραμένη αίτιος της καταδίκης… … Dictionary of Greek
Κατραμής, Νικόλαος — (Ζάκυνθος 1820 – 1886). Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου. Αρχικά σπούδασε φιλοσοφία στην Ιόνιο Ακαδημία και αργότερα εγκαταστάθηκε στη Νάπολη της Ιταλίας ως εφημέριος των ορθόδοξων Ελλήνων της περιοχής. Αγωνίστηκε με σθένος εναντίον των ουνιτών, οι oποίοι… … Dictionary of Greek
Ουγγαρία — Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Β με τη Σλοβακία, ΒΑ με την Ουκρανία, Α με τη Ρουμανία, Ν με τη Σερβία Μαυροβούνιο, την Κροατία και τη Σλοβενία και Δ με την Αυστρία.Τα σύνορα τους O. καθορίστηκαν με τη συνθήκη του Τριανόν (1920), μετά τον … Dictionary of Greek